The Beginning (Rupert Brooke) - μεταφρασμένο στα ελληνικά


Ακολουθεί το ποίημα του Rupert Brooke "The Beginning" και μία προσπάθεια απόδοσής του στα ελληνικά.

Σύντομο βιογραφικό σημείωμα: Άγγλος ποιητής (Rugby 1887 - Σκύρος 1915). Σπούδασε στο Καίμπριτζ, όπου είχε μιαν αξιόλογη κοινωνική και πνευματική παρουσία. Από μικρός έδειξε ενδιαφέρον για την ποίηση. Η πρώτη, και μοναδική όσο ζούσε, ποιητική συλλογή του εκδόθηκε το 1911 και έγινε δεκτή με ενδιαφέρον. Το 1912 συνεργάστηκε με το φίλο του Edward Marsh για την έκδοση της πρώτης "Γεωργιανής ανθολογίας". Το Μάϊο του 1913 ταξίδεψε στην Αμερική και μετά, στις Νότιες Θάλασσες καταλήγοντας στην Ταϊτή. Επέστρεψε τον Ιούνιο του 1914. Τον Αύγουστο ξέσπασε ο πόλεμος. Κατετάγη ως αξιωματικός και πήρε μέρος στην εκστρατεία της Αμβέρσας. Τον Φεβρουάριο του 1915 η Μεραρχεία του απέπλευσε για την εκστρατεία στα Δαρδανέλια. Έξω από την Σκύρο προσβλήθηκε από τοξιναιμία και πέθανε σε δύο μέρες. Οι σύντροφοί του τον έθαψαν στο νησί. Τα υπόλοιπα από τα 94 ποιήματά του εξεδόθηκαν μετά τον θάνατό του (Πηγή: https://bit.ly/2Q69WaG)


The Beginning (Rupert Brooke)

 Some day I shall rise and leave my friends
 And seek you again through the world's far ends,
 You whom I found so fair
 (Touch of your hands and smell of your hair!),
 My only god in the days that were.
 My eager feet shall find you again,
 Though the sullen years and the mark of pain
 Have changed you wholly; for I shall know
 (How could I forget having loved you so?),
 In the sad half-light of evening,
 The face that was all my sunrising.
 So then at the ends of the earth I'll stand
 And hold you fiercely by either hand,
 And seeing your age and ashen hair
 I'll curse the thing that once you were,
 Because it is changed and pale and old
 (Lips that were scarlet, hair that was gold!),
 And I loved you before you were old and wise,
 When the flame of youth was strong in your eyes,
 - And my heart is sick with memories.

Η αρχή

Τους φίλους μου θα αφήσω όταν μια μέρα αναστηθώ
Και ως τα πέρατα του κόσμου πάλι θα σ’ αναζητώ,
Εσένα, με την απαράμιλλη ομορφιά
 (Ω, των χεριών σου το άγγιγμα και των μαλλιών σου η μυρωδιά!),
Τις μέρες όσες πέρασαν η μόνη μου Θεά.
Να σέ βρω πάλι τόσο λαχταρώ,
Μα, χρόνοι σκοτεινοί και πόνοι –θα το πω–
Πλήρως σε έχουν αλλάξει.
(Τόσο σ’ αγάπησα, βαθιά. Πώς να έχω ξεχάσει;),
Κάτω απ’ τη λυπημένη και θαμπή Σελήνη,
Το πρόσωπο που όλη η Ανατολή μου είχε γίνει.
Στο τέλος του κόσμου θα σταθώ
Και τόσο δυνατά θα σε κρατώ,
Και βλέποντας την ηλικία  και τα γκρίζα σου μαλλιά
Θα καταριέμαι αυτό που ήσουν κάποτε, παλιά,
Γιατί είναι διαφορετικό, χλωμό κι έχει γεράσει
(Σαν το χρυσάφι τα μαλλιά, χείλη σαν το κεράσι!),
Και σ’ αγαπούσα πριν γεράσεις και γίνεις σοφή,
Όταν η φλόγα της Νιότης στα μάτια σου ήταν δυνατή,
– Κι η καρδιά μου άρρωστη με τις αναμνήσεις.

Προσωπικό αρχείο, Μάιος 2016 - Συμμετοχή στον πανελλήνιο ποιητικό διαγωνισμό της Βρετανικής Πρεσβείας για τα 100 χρόνια από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Σχόλια